- Επισημάνσεις Γ. Παπαναστασίου στις δυνατότητες της Ανατολικής Μεσογείου για διαφοροποίηση των διαδρόμων και πηγών ενέργειας, συμβάλλοντας στην ενεργειακή ασφάλεια
Ένα ακόμη βήμα προς τον στόχο «κλιματικής ουδετερότητας το 2050», έκανε η Ε.Ε, στο πλαίσιο απόφασης του Συμβουλίου Ενέργειας, το οποίο ενέκρινε διαπραγματευτικές θέσεις επί δύο προτάσεων που επιδιώκουν τον σχεδιασμό της μετάβασης του τομέα του αερίου προς τα ανανεώσιμα αέρια και τα αέρια χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, ιδίως το βιομεθάνιο και το υδρογόνο.
Η Υπουργός Ενέργειας της προεδρεύουσας της Ε.Ε, Σουηδίας, Ebba Busch, χαρακτήρισε ως «ισορροπημένη» τη συμφωνία των «27», σημειώνοντας ότι «η Ευρώπη βρίσκεται σε πορεία μετάβασης από το φυσικό αέριο σε ανανεώσιμα αέρια και αέρια χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και πρέπει να δημιουργήσουμε τις κατάλληλες συνθήκες αγοράς για να συμβεί αυτό, κατά τρόπο που να προωθεί την ανταγωνιστικότητα, να προστατεύει τους καταναλωτές και να προάγει τον στόχο μας για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050».
Σε παρέμβασή του, ο Υπουργός Ενέργειας κ. Γιώργος Παπαναστασίου ανέφερε ότι «η Κύπρος συμφωνεί με το πακέτο ανανεώσιμων αερίων, φυσικού αερίου και υδρογόνου αφού αποτελεί πολύ σημαντική νομοθεσία που αναμένεται να βοηθήσει τα κράτη-μέλη να εκπληρώσουν τους στόχους που έχουν τεθεί σε επίπεδο Ε.Ε για την κλιματική ουδετερότητα». Ο κ. Παπαναστασίου «επισήμανε ιδιαίτερα το γεγονός ότι το εν λόγω πακέτο παρέχει τη δυνατότητα προώθησης διασυνδέσεων υδρογόνου μεταξύ κρατών-μελών και τρίτων χωρών μέσω της δημιουργίας περιφερειακών συνεργασιών». Ειδική αναφορά έκανε επίσης στις δυνατότητες της ανατολικής Μεσογείου για συνεισφορά στη διαφοροποίηση των διαδρόμων και πηγών ενέργειας και κατ’ επέκταση στην ενεργειακή ασφάλεια της Ε.Ε. Επιπλέον, σημείωσε ότι «το πακέτο λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες της Κύπρου ως ενεργειακά απομονωμένη και αναδυόμενη αγορά».
Όπως αναφέρεται σε γραπτή δήλωση του Συμβουλίου, «η δέσμη μέτρων για την απαλλαγή των αγορών υδρογόνου και αερίου από τις ανθρακούχες εκπομπές, συνίσταται σε προτάσεις κανονισμού και οδηγίας που καθορίζουν κοινούς κανόνες της εσωτερικής αγοράς για τα ανανεώσιμα αέρια, το φυσικό αέριο και το υδρογόνο. Οι προτάσεις», προστίθεται, «αποσκοπούν στη δημιουργία κανονιστικού πλαισίου για ειδικές υποδομές και αγορές υδρογόνου και στον ενοποιημένο σχεδιασμό δικτύων. Θέτουν επίσης κανόνες για την προστασία των καταναλωτών και ενισχύουν την ασφάλεια του εφοδιασμού».
Ειδικότερα:
- Σύμφωνα με το Συμβούλιο, «η πρόταση κανονισμού αποσκοπεί στη διευκόλυνση της υιοθέτησης των ανανεώσιμων αερίων και των αερίων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, ιδίως βιομεθανίου και υδρογόνου, στην αγορά αερίου της Ε.Ε. Θα χρειαστεί», όπως επισημαίνεται, «οι υφιστάμενες υποδομές αερίου να συμπεριλάβουν το υδρογόνο και τα ανανεώσιμα αέρια, καταργώντας τα τιμολόγια για τις διασυνοριακές διασυνδέσεις και μειώνοντας τα τιμολόγια στα σημεία έγχυσης».
- Σε ότι αφορά στην πρόταση οδηγίας, το Συμβούλιο επισημαίνει ότι «θα επεκτείνει τις αρχές της νομοθεσίας της Ε.Ε που καλύπτουν τα δίκτυα αερίου στα δίκτυα υδρογόνου. Η πρόταση θα θεσπίσει αυστηρούς κανόνες για την προστασία των καταναλωτών, οι οποίοι θα επιτρέπουν στους καταναλωτές να αλλάζουν εύκολα προμηθευτές και να επιλέγουν ανανεώσιμα αέρια και αέρια χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών αντί για ορυκτά καύσιμα».
Ως αποτέλεσμα της συμφωνίας που επιτεύχθηκε στο Συμβούλιο Ενέργειας αναφορικά με τις γενικές προσεγγίσεις επί των προτάσεων, είναι δυνατή πλέον η έναρξη διαπραγματεύσεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Όπως αναφέρεται, μόλις επιτευχθεί συμφωνία, οι νομοθετικές πράξεις θα πρέπει να εκδοθούν επίσημα από τα δύο θεσμικά όργανα-Συμβούλιο και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο-πριν δημοσιευθούν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε και τεθούν σε ισχύ.
Σημειώνεται ότι οι προτάσεις υποβλήθηκαν από την Κομισιόν στις 15 Δεκεμβρίου 2021 στο πλαίσιο του δεύτερου συνόλου προτάσεων της δέσμης μέτρων προσαρμογής στον στόχο του 55 %, προκειμένου να επιτευχθεί ευθυγράμμιση της νομοθεσίας της Ε.Ε για το κλίμα και την ενέργεια με τους στόχους της Ε.Ε να μειώσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030 και να καταστεί κλιματικά ουδέτερη έως το 2050.
6 Απριλίου 2023